Κυριακή 27 Μαΐου 2012

Ασταθή ηθικά αξιώματα.


Κά­θε α­ντί­δρα­ση ξα­να­γεν­νά, τρέ­φει και δυ­να­μώ­νει ε­κεί­να τα στοι­χεί­α του ι­στο­ρι­κού πα­ρελ­θό­ντος που η ε­πα­νά­στα­ση χτύ­πη­σε, αλ­λά δεν μπό­ρε­σε να εξαφανίσει.

Το δεύτερο κείμενο με τις σκέψεις ενός ανθρώπου που έζησε σε ακραίες συνθήκες*.Τις αναρτούμε παραδειγματικά, γιατί πολλές από τις εμπειρίες του μοιάζουν να αναβιώνουν τις μέρες που ζούμε. Πολέμησε, διακινδύνευσε τη ζωή του για την πατρίδα του, χρειάστηκε να επιλέξει ανάμεσα σε δύσκολα διλήμματα-να γίνει κριτής για  ζωή και θάνατο- κατηγορήθηκε ως προδότης, εξορίστηκε, και τελικά θανατώθηκε από τα χέρια των συντρόφων του.
Σήμερα, οι δικοί μας πολιτικοί κρύβονται πίσω από μνημόνια και αντιμνημόνια, μη έχοντας να προτείνουν τίποτα για ουσιαστικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις. Ρητορική, φωτοβολίδες, συνθήματα και φιλοσοφίες...Γιατί; μήπως φοβούνται να συγκρουστούν με τους πολύ  βολεμένους;
Ας ακούσουμε τι έχει να πει κάποιος που τα έζησε.
Λεόν Τρότσκι
Η ηθική τους και η ηθική μας
«Οι Υ­πο­χρε­ω­τι­κοί για Ό­λους Η­θι­κοί Κα­νό­νες»
Ό­ποιος δεν θέ­λει να γυ­ρί­σει πί­σω στο Μω­υ­σή, στο Χρι­στό ή στο Μω­ά­μεθ, ό­ποιος δεν ι­κα­νο­ποιεί­ται με ε­κλε­κτι­κι­στι­κά συ­νο­θυ­λεύ­μα­τα, πρέ­πει να α­να­γνω­ρί­σει ό­τι η η­θι­κή εί­ναι προ­ϊ­όν της κοι­νω­νι­κής ε­ξέ­λι­ξης, ό­τι τί­πο­τε σ’ αυ­τήν δεν εί­ναι α­με­τά­βλη­το, ό­τι υ­πη­ρε­τεί κοι­νω­νι­κά συμ­φέ­ρο­ντα, ό­τι αυ­τά τα συμ­φέ­ρο­ντα εί­ναι α­ντι­φα­τι­κά, ό­τι η η­θι­κή, πε­ρισ­σό­τε­ρο α­πό κά­θε άλ­λη μορ­φή ι­δε­ο­λο­γί­ας, έ­χει έ­ναν τα­ξι­κό χαρακτήρα. Μα δεν υ­πάρ­χουν μήπως στοι­χειώ­δη η­θι­κά α­ξιώ­μα­τα, που η αν­θρω­πό­τη­τα τα ε­πε­ξερ­γά­στη­κε στην ε­ξέ­λι­ξή της σαν ό­λο και που εί­ναι α­πα­ραί­τη­τα για την ύ­παρ­ξη κά­θε συλ­λο­γι­κού σώ­μα­τος; Α­ναμ­φίβολα, τέ­τοια α­ξιώ­μα­τα υ­πάρ­χουν, αλ­λά η ε­πί­δρα­σή τους εί­ναι ε­ξαι­ρε­τι­κά πε­ριο­ρι­σμέ­νη και ασταθής. Ό­σο πιο ο­ξυ­μένο χα­ρα­κτή­ρα α­πο­κτά η πά­λη των τά­ξε­ων, τό­σο λι­γό­τε­ρο ι­σχυ­ροί γί­νονται οι «υ­πο­χρε­ω­τι­κοί για ό­λους» κα­νό­νες. Η α­νώ­τα­τη μορ­φή τα­ξι­κής πά­λης εί­ναι ο εμ­φύ­λιος πό­λε­μος, που τι­νά­ζει στον α­έ­ρα ό­λους τους η­θι­κούς δε­σμούς α­νά­με­σα στις α­ντί­πα­λες τά­ξεις.Κά­τω α­πό «ο­μα­λές» συν­θή­κες, έ­νας «φυ­σιο­λο­γι­κός» άν­θρω­πος τη­ρεί την ε­ντο­λή: «Ου φο­νεύ­σεις». Αλ­λά αν σκο­τώ­σει κα­νείς κά­τω α­πό ε­ξαι­ρε­τι­κές συν­θή­κες αυ­το­ά­μυ­νας, το δι­κα­στή­ριο τον αθωώνει. Αν πέ­σει θύ­μα δο­λο­φό­νου, το δι­κα­στή­ριο θα θα­να­τώ­σει το δολοφόνο. Η α­νά­γκη για δι­κα­στή­ρια, ό­πως και για αυ­το­ά­μυ­να, α­πορ­ρέ­ει α­πό α­ντα­γω­νι­στι­κά συμφέροντα. Ό­σον α­φο­ρά το κρά­τος, αυ­τό σε ει­ρη­νι­κές πε­ρί­ο­δες πε­ριο­ρί­ζε­ται σε νο­μι­μο­ποι­η­μέ­νες ε­κτε­λέ­σεις α­τό­μων, έ­τσι που σε πε­ρί­ο­δο πο­λέ­μου να μπο­ρεί να με­τα­τρέ­ψει την «υ­πο­χρε­ω­τι­κή» ε­ντο­λή, «Ου φο­νεύ­σεις», στο α­ντί­θε­τό της. Οι πιο «αν­θρω­πι­στι­κές» κυ­βερ­νή­σεις, που σε ει­ρη­νι­κές πε­ρί­ο­δες «α­πε­χθά­νο­νται» τον πό­λε­μο, στη διάρ­κεια του πο­λέ­μου δια­κη­ρύσ­σουν ό­τι το ύ­ψι­στο κα­θή­κον του στρα­τού τους εί­ναι να ε­ξο­ντώ­σει ό­σο μπο­ρεί πε­ρισ­σό­τε­ρους ανθρώπους.Τα λε­γό­με­να «γε­νι­κώς α­να­γνω­ρι­σμέ­να» η­θι­κά α­ξιώ­μα­τα έ­χουν ου­σια­στι­κά έ­ναν αλ­γε­βρι­κό, δη­λα­δή α­προσ­διό­ρι­στο χαρακτήρα. Α­πλά εκ­φρά­ζουν το γε­γο­νός ό­τι ο άν­θρω­πος, στην α­το­μι­κή του συ­μπε­ρι­φο­ρά, δε­σμεύ­ε­ται α­πό ο­ρι­σμέ­νους κοι­νούς κα­νό­νες που α­πορ­ρέ­ουν α­πό την ι­διό­τη­τά του ως μέ­λους της κοι­νω­νί­ας. Η α­νώ­τε­ρη γε­νί­κευ­ση αυ­τών των κα­νό­νων εί­ναι η «κα­τη­γο­ρι­κή προ­στα­γή» του Κα­ντ. Αλ­λά πα­ρά το γε­γο­νός ό­τι ο Κα­ντ κα­τέ­χει μια υ­ψη­λή θέ­ση στον φι­λο­σο­φι­κό Ό­λυ­μπο, αυ­τή η προ­στα­γή δεν εν­σαρ­κώ­νει τί­πο­τε το κα­τη­γο­ρη­ματικό για­τί δεν πε­ριέ­χει τί­πο­τε το συγκεκρι­μένο. Εί­ναι έ­να τσό­φλι χω­ρίς περιεχόμενο. Αυ­τή η κε­νό­τη­τα των υ­πο­χρε­ω­τι­κών για ό­λους κα­νό­νων, α­πορ­ρέ­ει α­πό το γε­γο­νός ό­τι σε ό­λα τα α­πο­φα­σι­στι­κά ζη­τή­μα­τα ο άν­θρω­πος νιώ­θει βα­θύ­τε­ρα και α­με­σό­τε­ρα πως εί­ναι μέ­λος μιας τά­ξης πα­ρά πως εί­ναι μέ­λος μιας «κοι­νω­νί­ας». Οι κα­νό­νες της «υ­πο­χρε­ω­τι­κής» η­θι­κής εί­ναι στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα γε­μά­τες με τα­ξι­κό, δη­λα­δή α­ντα­γω­νι­στι­κό περιε­χόμενο. Ο η­θι­κός κα­νό­νας γί­νε­ται τό­σο πε­ρισ­σό­τε­ρο κα­τη­γο­ρι­κός ό­σο λι­γό­τε­ρο εί­ναι «υ­πο­χρε­ω­τι­κός για ό­λους». Η αλ­λη­λεγ­γύ­η των ερ­γα­τών, ι­διαί­τε­ρα των α­περ­γών ή των μα­χη­τών στα ο­δο­φράγ­μα­τα, εί­ναι α­σύ­γκρι­τα πιο «κα­τη­γο­ρι­κή» α­πό την αν­θρώ­πι­νη γε­νι­κά αλληλεγγύη.

Η μπουρ­ζουα­ζί­α, που ξε­περ­νά κα­τά πο­λύ το προ­λε­τα­ριά­το σε τε­λειό­τη­τα και α­διαλ­λα­ξί­α τα­ξι­κής συ­νεί­δη­σης, εν­δια­φέ­ρε­ται ζω­τι­κά να ε­πι­βά­λει τη δι­κή της η­θι­κή φι­λο­σο­φί­α στις εκ­με­ταλ­λευό­με­νες μά­ζες. Γι’ αυ­τόν α­κρι­βώς το λό­γο οι συ­γκε­κρι­μέ­νοι κα­νό­νες της κα­πι­τα­λι­στι­κής κα­τή­χη­σης κρύ­βο­νται κά­τω α­πό η­θι­κές α­φαι­ρέ­σεις, πα­τρο­να­ρι­σμέ­νες α­πό τη θρη­σκεί­α, τη φι­λο­σο­φί­α, ή α­πό κεί­νο το νό­θο πλά­σμα που λέ­γε­ται «κοι­νή λο­γι­κή». Η έκ­κλη­ση σε α­φη­ρη­μέ­νους κα­νό­νες δεν εί­ναι έ­να α­πλό, α­με­ρό­λη­πτο φι­λο­σο­φι­κό λά­θος, αλ­λά έ­να α­να­γκαί­ο στοι­χεί­ο στο μη­χα­νι­σμό της τα­ξι­κής α­πά­της. Η α­πο­κά­λυ­ψη αυ­τής της α­πά­της, που δια­τη­ρεί στη ζω­ή την πα­ρά­δο­ση χι­λιά­δων χρό­νων, εί­ναι το πρώ­το κα­θή­κον κά­θε προ­λε­τά­ριου επαναστάτη.

Η Κρί­ση της Δη­μο­κρα­τι­κής Η­θι­κής

Για να ε­ξα­σφα­λί­σουν το θρί­αμ­βο των συμ­φε­ρό­ντων τους στα με­γά­λα ζη­τή­μα­τα, οι κυ­ρί­αρ­χες τά­ξεις εί­ναι υποχρεωμέ­νες να κά­νουν πα­ρα­χω­ρή­σεις στα δευ­τε­ρεύ­ο­ντα ζη­τή­μα­τα, και φυ­σι­κά μό­νο στο βαθ­μό που αυ­τές οι πα­ρα­χω­ρή­σεις συμ­βι­βά­ζο­νται με τα λο­γι­στι­κά τους κα­τά­στι­χα. Στην ε­πο­χή της κα­πι­τα­λι­στι­κής α­νό­δου, ι­διαί­τε­ρα στις τε­λευ­ταί­ες δε­κα­ε­τί­ες πριν α­πό τον Πρώ­το Πα­γκό­σμιο Πό­λε­μο, οι πα­ρα­χω­ρή­σεις αυ­τές, του­λά­χι­στο ό­σον α­φο­ρά τα α­νώ­τε­ρα στρώ­μα­τα του προ­λε­τα­ριά­του, ήταν πέρα για πέρα πραγματικές. Η βιο­μη­χα­νί­α ε­κεί­νη την πε­ρί­ο­δο α­να­πτυσ­σό­ταν σχε­δόν α­διά­κο­πα. Η ευ­η­με­ρί­α των πο­λιτι­σμέ­νων ε­θνών –κι ως έ­να μέ­ρος και των ερ­γα­ζο­μέ­νων μα­ζών– με­γάλωνε. Η δη­μο­κρα­τί­α φαι­νό­ταν στερεή. Οι ερ­γα­τι­κές ορ­γα­νώ­σεις αναπτύσσο­νταν. Ταυ­τό­χρο­να, οι ρε­φορ­μι­στι­κές τά­σεις βά­θαι­ναν. Οι σχέ­σεις α­νά­με­σα στις τά­ξεις, του­λά­χι­στον ε­ξω­τε­ρι­κά, αμβλύνο­νταν. Έ­τσι, ο­ρι­σμέ­να στοι­χειώ­δη η­θι­κά α­ξιώ­μα­τα εί­χαν ε­γκα­θι­δρυ­θεί στις κοι­νω­νι­κές σχέ­σεις, μα­ζί με τους κα­νό­νες της δη­μο­κρα­τί­ας και τις συ­νή­θειες της συ­νερ­γα­σί­ας των τά­ξε­ων. Εί­χε δη­μιουρ­γη­θεί η ε­ντύ­πω­ση για μια όλο και πιο ε­λεύ­θε­ρη, πιο δί­και­η και πιο αν­θρώ­πι­νη κοι­νω­νί­α. Η α­νο­δι­κή γραμ­μή της προ­ό­δου φαι­νό­ταν α­τέ­λειω­τη στην «κοι­νή λο­γι­κή».

Ό­μως, α­ντί γι’ αυ­τό, ξέ­σπα­σε ο πό­λε­μος μα­ζί με μια σει­ρά από σπα­σμούς, κρί­σεις, κα­τα­στρο­φές, ε­πι­δη­μί­ες και θη­ριω­δί­ες. Η οι­κο­νο­μι­κή ζω­ή της αν­θρω­πό­τη­τας έ­φτα­σε σε αδιέξοδο. Οι τα­ξι­κοί α­ντα­γω­νι­σμοί ο­ξύν­θη­καν και έ­γι­ναν πιο ωμοί. Οι α­σφα­λι­στι­κές δι­κλί­δες της δη­μο­κρα­τί­ας άρ­χι­σαν να τι­νά­ζο­νται, η μια μετά την άλ­λη, στον αέρα. Τα στοι­χειώ­δη η­θι­κά α­ξιώ­μα­τα α­πο­δεί­χτη­κε ό­τι ήταν πιο εύ­θραυ­στα α­πό τους δη­μο­κρα­τι­κούς θε­σμούς και τις ρε­φορ­μι­στι­κές αυ­τα­πά­τες. Το ψέ­μα, η συ­κο­φα­ντί­α, η ε­ξα­χρεί­ω­ση, η δω­ρο­δο­κί­α, ο κα­τα­να­γκα­σμός, ο φό­νος, α­να­πτύ­χθη­καν σε χω­ρίς προ­η­γού­με­νο διαστάσεις. 
Σ’ έ­ναν ζα­λι­σμέ­νο και α­φε­λή, ό­λα αυ­τά τα ε­ξορ­γι­στι­κά φαινόμενα φαί­νο­νταν σαν προ­σω­ρι­νό α­πο­τέ­λε­σμα του πο­λέ­μου. Στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα ήταν και πα­ρα­μέ­νουν εκ­δη­λώ­σεις της ι­μπε­ρια­λι­στι­κής παρακμής. Η σή­ψη του κα­πι­τα­λι­σμού δεί­χνει τη σή­ψη της σύγ­χρο­νης κοι­νω­νί­ας μαζί με τους νό­μους της και την η­θι­κή της.   Η «σύν­θε­ση» της ι­μπε­ρια­λι­στι­κής α­χρειό­τη­τας εί­ναι ο φα­σι­σμός, ά­με­σος καρ­πός της χρε­ο­κο­πί­ας της α­στι­κής δη­μο­κρα­τί­ας μπρο­στά στα προ­βλή­μα­τα της ι­μπε­ρια­λι­στι­κής εποχής. Α­πο­μει­νά­ρια δη­μο­κρα­τί­ας ε­ξα­κο­λου­θούν να υ­πάρ­χουν α­κό­μα μό­νο στις πλού­σιες κα­πι­τα­λι­στι­κές α­ρι­στο­κρα­τί­ες: για κά­θε «δη­μο­κρά­τη» στην Αγ­γλί­α, τη Γαλ­λί­α, την Ολ­λαν­δί­α και το Βέλ­γιο υ­πάρ­χει έ­νας ο­ρι­σμέ­νος α­ριθ­μός α­ποι­κια­κών σκλά­βων. «Ε­ξή­ντα Οικογέ­νει­ες» έ­χουν κά­τω α­πό τον έ­λεγ­χό τους τη Δη­μο­κρα­τί­α των Η­νω­μέ­νων Πο­λι­τειών και ού­τω καθεξής. Πέ­ρα α­π’ αυ­τό, φι­ντά­νια του φα­σι­σμού φυ­τρώ­νουν με γορ­γό ρυθ­μό σε ό­λες τις δημοκρατίες. Ο στα­λι­νι­σμός, με τη σει­ρά του, εί­ναι το προ­ϊ­όν της ι­μπε­ρια­λι­στι­κής πί­ε­σης πά­νω σ’ έ­να κα­θυ­στε­ρη­μέ­νο και α­πο­μο­νω­μέ­νο ερ­γα­τι­κό κρά­τος –έ­να ι­διό­μορ­φο συμ­με­τρι­κό συ­μπλή­ρω­μα του φασισμού. Ε­νώ οι ι­δε­α­λι­στές φι­λι­σταί­οι –α­νά­με­σα στους ο­ποί­ους οι α­ναρ­χι­κοί κα­τέ­χουν, φυ­σι­κά, την πρώ­τη θέ­ση– ξε­σκε­πά­ζουν α­κού­ρα­στα τον μαρ­ξι­στι­κό «α­μο­ρα­λι­σμό» α­πό τον Τύ­πο τους, τα α­με­ρι­κα­νι­κά τρα­στ, σύμ­φω­να με τον Τζον Λιού­ις του Συ­νε­δρί­ου Βιο­μη­χα­νι­κών Ορ­γα­νώ­σε­ων (C.I.O.), ξο­δεύ­ουν ό­χι λι­γό­τε­ρα α­πό 80 ε­κα­τομ­μύ­ρια δο­λά­ρια το χρό­νο στον πρα­κτι­κό α­γώ­να ε­νά­ντια στην ε­πα­να­στα­τι­κή «α­νη­θι­κο­ποί­η­ση», δη­λα­δή σε κα­τα­σκο­πί­α, ε­ξα­γο­ρά ερ­γα­τών, συ­νω­μο­σί­ες και κα­τα­χθό­νιες δολοφονίες. Η κα­τη­γο­ρι­κή προ­στα­γή προ­τιμά κα­μιά φο­ρά πλά­γιους δρό­μους για το θρί­αμ­βό της!
Εί­ναι δί­καιο να ση­μειώ­σου­με ό­τι οι πιο ει­λι­κρι­νείς και ταυ­τό­χρο­να οι πιο στε­νο­κέ­φα­λοι μι­κρο­α­στοί η­θι­κο­λό­γοι ε­ξα­κο­λου­θούν α­κό­μα και σή­με­ρα να ζουν μέ­σα στις ε­ξι­δα­νι­κευ­μέ­νες α­να­μνή­σεις του χθες και να ελ­πί­ζουν στην ε­πι­στρο­φή του. Δεν κα­τα­λα­βαί­νουν ό­τι η η­θι­κή εί­ναι μια λει­τουρ­γί­α της τα­ξι­κής πά­λης, ό­τι η δη­μο­κρα­τι­κή η­θι­κή α­ντι­στοι­χεί στην ε­πο­χή του φι­λε­λεύ­θε­ρου και προ­ο­δευ­τι­κού κα­πι­τα­λι­σμού, ό­τι η ό­ξυν­ση της πά­λης των τά­ξε­ων, περ­νώ­ντας στην τε­λευ­ταί­α της φά­ση, κα­τά­στρε­ψε ο­ρι­στι­κά και α­με­τά­κλη­τα αυ­τή την η­θι­κή και ό­τι στη θέ­ση της ήρ­θε, α­πό τη μια με­ριά, η η­θι­κή του φα­σι­σμού, και, α­πό την άλ­λη, η η­θι­κή της προ­λε­τα­ρια­κής ε­πα­νά­στα­σης.
"Η ζωή είναι όμορφη. Ας την αποκαθάρουν οι μελλοντικές γενιές από το κακό, το μίσος και τη βία και ας την απολαύσουν στην πληρότητά της".Λεόν Τρότσκι

«Κοι­νή Λο­γι­κή»

Η δη­μο­κρα­τί­α και η «γε­νι­κώς α­να­γνω­ρι­σμέ­νη» η­θι­κή δεν εί­ναι τα μό­να θύ­μα­τα του ιμπεριαλι­σμού. Ο τρί­τος μάρ­τυ­ρας εί­ναι η «πα­γκό­σμια» κοι­νή λογική. Η κα­τώ­τε­ρη αυ­τή μορ­φή νόησης δεν εί­ναι απλά α­να­γκαί­α κά­τω απ’ ό­λες τις συν­θή­κες, μα και κά­τω α­πό ο­ρι­σμέ­νους ό­ρους εί­ναι α­κό­μα και επαρκής. Το βα­σι­κό κε­φά­λαιο της κοι­νής λο­γι­κής α­πο­τε­λεί­ται α­πό στοι­χειώ­δη συ­μπε­ρά­σμα­τα γε­νι­κής ε­μπει­ρί­ας: μη βά­ζεις το δά­κτυ­λο στη φω­τιά, ό­ταν μπο­ρείς προ­χώ­ρα ί­σια στο δρό­μο σου, μην πει­ρά­ζεις ά­γρια σκυ­λιά κλπ., κλπ. Κά­τω α­πό έ­να στα­θε­ρό κοι­νω­νι­κό πε­ρι­βάλ­λον η κοι­νή λο­γι­κή φτάνει για να πα­ζα­ρεύ­ει κα­νείς, να φρο­ντί­ζει την υ­γεί­α του, να γρά­φει άρ­θρα, να διευ­θύ­νει ερ­γα­τι­κά συν­δι­κά­τα, να ψη­φί­ζει στη βου­λή, να πα­ντρεύ­ε­ται και να διαιω­νί­ζει το εί­δος του. Αλ­λά ό­ταν η ί­δια αυ­τή κοι­νή λο­γι­κή δο­κι­μά­σει να προ­χω­ρή­σει πέ­ρα α­πό τα κα­θο­ρι­σμέ­να ό­ριά της και να μπει στην α­ρέ­να πιο πο­λύ­πλο­κων γε­νι­κεύ­σε­ων, πα­ρου­σιά­ζε­ται σαν έ­να κου­βά­ρι α­πό προ­κα­τα­λή­ψεις μιας ο­ρι­σμέ­νης τά­ξης και μιας ο­ρι­σμέ­νης εποχής. 

Μια α­πλή κα­πι­τα­λι­στι­κή κρί­ση εί­ναι αρ­κε­τή για να φέ­ρει την κοι­νή λο­γι­κή σε α­διέ­ξο­δο, και μπρο­στά σε τέ­τοιες κα­τα­στρο­φές ό­πως εί­ναι η ε­πα­νά­στα­ση, η α­ντε­πα­νά­στα­ση και ο πό­λε­μος, η κοι­νή λο­γι­κή α­πο­δεί­χνε­ται μια κα­θα­ρή τρέ­λα.. Η συνέχεια εδώ:

Γράφτηκε: το 1938 - 1939, και  αφιερώθηκε  στη μνήμη του ΛΕΟΝ ΣΕΝΤΟΦ 1906 – 1938

*Ο συκοφαντικός κατάλογος ήταν μεγάλος, περίπλοκος,και άλλαζε ανάλογα με τις πολιτικο-στρατιωτικές εξελίξεις:αρχικά η κριτική του θεωρήθηκε σαν εχθρική στάση κατά του  Λενινισμού και της επανάστασης. Αργότερα,ο Τρότσκι κατηγορήθηκε από τον Στάλιν ότι συνωμοτούσε με τον Χίτλερ για την παράδοση της χώρας του. Κήρυκας της Επανάστασης, οργανωτής του Κόκκινου Στρατού, ο υπ’ αριθμόν δύο μετά τον Λένιν στην ηγεσία του Κόμματος, ήταν εξαιρετικά δημοφιλής στο λαό  μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1920 όπου, άρχισε να συκοφαντείται από τους  σταλινικούς. Ο Τρότσκι, υπήρξε ο μόνος  επιζών τελικά ανάμεσα από τους πιο στενούς συντρόφους του Λένιν, που ποτέ- μέχρι το τέλος της ζωής του-δεν έσκυψε το κεφάλι . Είναι  δύσκολο να περιγράψει κανείς αυτόν τον άνθρωπο. Η προσωπικότητά του ήταν πολύπλοκη, πολύπλευρη,και αντιφατική. Η δημιουργική του κληρονομιά είναι τεράστια. Μόνο στα χρόνια 1924-1927, το δημοσιευμένο έργο του ήταν δεκατέσσερα βιβλία. Πολλά από τα κείμενά του βρίσκονται σήμερα ελεύθερα στο διαδίκτυο.Πηγή: Εκδόσεις «Παρασκήνιο», 1999- 2000


Μετάφραση–Επιμέλεια: Θεοδόσης Θωμαδάκης.
 Συλλογή κειμένων από επιλεγμένους μαρξιστές συγγραφείς, που θεωρούνται σημαντικοί  πριν από το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Εικόνες:
(3)banksy-tidy_2-one eyeland-http://utopianphoto.blogspot.com/
(1-2)xcitefun-welded-chain-art-unbelievable-work-3-http://rc-cafe.blogspot.com/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Οι σκέψεις σας είναι ευπρόσδεκτες.Γράψτε ένα σχόλιο.